Στερεότυπα, προκατάληψη, διάκριση
Ο όρος «στερεότυπο», μπήκε στο λεξιλόγιο των Κοινωνικών Eπιστημών σχετικά πρόσφατα.
Το 1922 ο Αμερικανός δημοσιογράφος Walter Lippmann, χαρακτήρισε τα στερεότυπα ως «εικόνες στο κεφάλι μας» (προφανώς εννοούσε στο μυαλό μας), ή «χάρτες του κόσμου» που μας βοηθούν να χειριστούμε πολύπλοκες πληροφορίες από το περιβάλλον.
Τα στερεότυπα παίζουν επίσης πολύ σημαντικό ρόλο στις διομαδικές συγκρούσεις, κάτι που φανερώνει, από την πρώτη κιόλας προσέγγιση του θέματος, πως είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τις διομαδικές σχέσεις.
Κατηγοριοποιούνται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, ανάλογα με τον τρόπο που εκλαμβάνονται ως ατομικές ή ως συλλογικές αναπαραστάσεις.
Στην ενδοατομική προσέγγιση , τα στερεότυπα ορίζονται ως πεποιθήσεις που έχουν τα άτομα για τα χαρακτηριστικά των μελών των κοινωνικών ομάδων, και αποτελούν γνωστικές δομές ή αναπαραστάσεις που αποθηκεύονται στη μνήμη και κατόπιν ανασύρονται για να καθοδηγήσουν τις αποκρίσεις των ατόμων προς τα μέλη των στερεοτυποποιημένων ομάδων.
Στις συλλογικές αναπαραστάσεις, είναι «οι κοινές πεποιθήσεις για τα προσωπικά χαρακτηριστικά (συνήθως προσωπικότητας), αλλά συχνά και για συμπεριφορές μιας ομάδας ατόμων.
Είναι φανερό ότι στην πρώτη ενδοατομική προσέγγιση γίνεται αναφορά στη διαδικασία στερεοτυποποίησης, που είναι κατ’ εξοχήν ατομική, ενώ στη δεύτερη (συλλογικές αναπαραστάσεις), γίνεται αναφορά στο περιεχόμενο των στερεοτύπων που αποτελεί το τελικό (συλλογικό) προιόν της διαδικασίας.
Στο ενδοατομικό επίπεδο, τα στερεότυπα και η προκατάληψη αποτελούν συμπτώματα ενδοατομικής σύγκρουσης, που επιλύεται με την ενεργοποίηση κάποιου μηχανισμού άμυνας (πχ προβολή, μετάθεση).
Πιο συγκεκριμένα, η θεωρία του «αποδιοπομπαίου τράγου», αντιλαμβάνεται την προκατάληψη ως αποτέλεσμα επιθετικότητας η οποία δεν μπορεί να στραφεί εναντίον της πραγματικής πηγής, που επέφερε κάποια ματαίωση στο άτομο, και μέσω της μετάθεσης στρέφεται εναντίον κάποιας αδύναμης μειονοτικής ομάδας που λειτουργεί ως αποδιοπομπαίος τράγος. Κλασσικό παράδειγμα μιας τέτοιας θεώρησης αποτελεί η έξαρση προκατάληψης και επιθετικότητας κατά των οικονομικών μεταναστών σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, όταν η επιθετικότητα των οικονομικά θιγομένων δεν μπορεί να στραφεί ενάντια σε αυτούς που είναι υπεύθυνοι για την οικονομική πολιτική, και μετατίθεται σε ευκολότερους στόχους. (Μην παρερμηνεύσετε και πάρετε τοις μετρητοίς το παράδειγμα, βοηθητικό για την ερμηνεία της θεωρίας του αποδιοπομπαίου τράγου είναι).
Ο Tajfel τόνισε ότι τα στερεότυπα δεν εξυπηρετούν μόνο ατομικές λειτουργίες, όπως η τάση των ατόμων να κατηγοριοποιούν τα ερεθίσματα, με σκοπό να τα απλοποιήσουν για να μπορέσουν να τα χειριστούν, ή κίνητρα για να προφυλάξουν και να διατηρήσουν τις προσωπικές και κοινωνικές τους αξίες. Οι πιο σημαντικές είναι οι κοινωνικές λειτουργίες των στερεοτύπων οι οποίες σύμφωνα με τον Tajfel είναι τρεις:
- Η λειτουργία της κοινωνικής αιτιότητας, δηλαδή η ερμηνεία κάποιων κοινωνικών γεγονότων με τη χρήση των στερεοτύπων για τον εντοπισμό των υπευθύνων, που δεν είναι άλλοι από τις στερεοτυποποιημένες κοινωνικές ομάδες.
- Η λειτουργία της κοινωνικής δικαίωσης, δηλαδή η χρήση των στερεοτύπων για την δικαίωση των αρνητικών συμπεριφορών απέναντι σε κάποιες κοινωνικές ομάδες.
- Η λειτουργία της κοινωνικής διαφοροποίησης, δηλαδή η χρήση των στερεοτύπων για τις εξω-ομάδες, με σκοπό τη δημιουργία ή τη διατήρηση μιας θετικής διάκρισης για την ενδο-ομάδα, κάτι που συνεισφέρει θετικά στην αποκατάσταση της απειλούμενης κοινωνικής ταυτότητας της ενδο-ομάδας.
Τα στερεότυπα συνδέονται, προσοχή χωρίς να ταυτίζονται, με την προκατάληψη και τις διακρίσεις. Εφ’ όσον ορίζονται γενικά ως πεποιθήσεις, είναι αναπόφευκτος ο παραλληλισμός τους με το γνωστικό στοιχείο των στάσεων, στο πλαίσιο της ευρέως πλέον παραδεκτής άποψης περί των τριών στοιχείων (γνωστικό, συναισθηματικό, συμπεριφορικό) των στάσεων (Eagly & Chaiken). Με δεδομένο ότι η προκατάληψη ορίζεται ως η αρνητική στάση απέναντι στα μέλη μιας ομάδας, θεωρείται προφανής ο ισχυρισμός ότι τα στερεότυπα αποτελούν το γνωστικό στοιχείο της προκατάληψης, καθώς και οι δύο έννοιες εμπίπτουν στο πλαίσιο των διομαδικών συμπεριφορών.
Τέλος η διάκριση ορίζεται ως συμπεριφορά που δείχνει την άνιση μεταχείριση ατόμων ή ομάδων, βάσει της φυσικής ή κοινωνικής τους κατηγοριακής υπαγωγής, και συνδέεται απ’ ευθείας με το συμπεριφορικό στοιχείο της προκατάληψης.
Τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις στηρίζονται κυρίως στην έννοια της «κατηγοριοποίησης» αλλά και στην έννοια της «γνωστικής μεροληψίας», που οδηγεί στην εκφορά μεροληπτικών κρίσεων, μια έννοια που εγγράφεται στο γενικότερο πλαίσιο της κοινωνικής νόησης .
Γιώργος Χρηστάκης
Βιβλιογραφία:
– Η παράδοση (Θέματα Κοινωνικής Ψυχολογίας), Παπαστάμου, Λέτσιου, Ξενικού, Προδρομίτη, Χαντζή, Χρηστάκη, Χρυσοχόου
– Μειονότητες και εξουσία, Παπαστάμου, Μιούνι
– Κοινωνικές διακρίσεις και οικουμενικά δικαιώματα, W. Doise
– Το σκάνδαλο της Κοινωνικής σκέψης, S. Moscovisi