Μαλβίνα: Σχεσικός Οδηγός
«Ύστερα από πολύχρονη συγκομιδή εμπειριών, επικουρούμενης από διάφορες φιλοσοφικές σχολές, σαν παραθέτω έναν μικρό οδηγό σχέσεων…»
– Ενοχικός δεν γεννιέσαι, σε κάνουν. Όταν στους δύο εραστές ο ένας είναι ενοχικός, ο άλλος είναι παμπόνηρος (Φρόιντ). Ερμηνεία: Εδώ ο Φρόιντ μιλάει για ισορροπία. Διότι δύο ενοχικοί μαζί, καταρχήν, κρεβάτι δεν κάνουν. Ψυχανάλυση κάνουν, και αυτή του κώλου. Γιατί φοβήθηκα τον καρχαρία; Γιατί έχεις φθόνο του πέους. (Ειδαλλιώς, αν δεν είχες φθόνο του πέους, θα έπαιζες κυνηγητό και μήλα με τον ξένο καρχαρία).
– Σε μια ιστορία όπου ο ένας επαίρεται πως προστατεύει τον άλλον, γνώριζε πως ο προστατευόμενος ταΐζει και τους δύο (Βιτγκενστάιν).
Ερμηνεία, εύληπτη: Γαϊδούρι και άλογο, δηλαδή, ο προστατευόμενος. Ο δε προστάτης, κυρά και αφέντρα. Άρα, προστάτης καλύτερα. Πιο άκοπο.
– Όταν ένας εραστής είναι υπαίτιος για μείζονα εκτροπή ικανή να επιφέρει άλυτη εκμηδένιση της σχέσης προκειμένου να αποφύγει την ποινή, αντεπιτίθεται. Συνήθως κατηγορώντας την ερωμένη του για ήσσονος σημασίας γεγονός, που έλαβε χώρα ακόμη και σε άλλη χρονική περίοδο. Αυτό λέγεται μετάθεση. (Ζολά). Ερμηνεία: Του έχεις δανείσει το καλό σου αυτοκίνητο. Το γιαπωνέζικο, που μόλις πήρες με σαράντα επτά άτοκες, το δε ραδιοκασετόφωνο δωρεάν. Την ώρα που σου το στουκάρει, ό,τι τον έχεις πάρει στο κινητό. Και ενώ η άλλη γκόμενά του, η περιστασιακή, κείτεται τραυματισμένη από αγκράφα ζώνης και λεβιέ ταχυτήτων μαζί, αυτός αρχίζει να βρίζει για κάτι που του είχες πει πριν από πέντε χρόνια και τον πλήγωσες. Άντε μπα να κλάψεις για τις σαράντα επτά άτοκες, όταν είσαι κουρέλι γι’ αυτό που του έκανες προ πενταετίας. Το μόνο που σε σώζει είναι να γίνεις μια τεράστια αγκαλιά. Και μια ακόμη πιο τεράστια τσέπη, που θα πληρώσει τις σαράντα έξι εναπομείνασες και τα πορσελάνινα δόντια της περιστασιακής. Προτού ο έρωτας σε εξυψώσει, ήσουν ένας απολύτως θλιβερός, αναξιοπρεπής άνθρωπος, που τα Σαββατόβραδα την έβγαζε με σουβλάκια και βιντεοκασέτα και είχε την ησυχία του
– Ο έρωτας γεννιέται από μια μεταφορά. (Κούντερα). Αυτό έχει διττή σημασία. Πρώτη εκδοχή: μετακομίζεις από Πέραμα σε Λούτσα (γιατί μεγαλοπιάνεσαι). Βλέπεις τον Πολωνό μεταφορέα με το ιδρωμένο φανελάκι και το σταυρουδάκι της Παναγιάς της Κρακοβιώτισσας στο λαιμό, θυμάσαι τη φράση του Κούντερα, ερωτεύεσαι το χαμάλη. Επίσης, η μεταφορά μπορεί να γεννιέται από μια εικόνα που σε χάραξε βαθιά στο παρελθόν. Από μια ανάμνηση πατρική. Από μια ανάμνηση μητρική. Από τα γειτονόπουλα. Από τον Λάκη Κομνηνό στους Γενναίους του Βορρά. Και συγκεκριμένα από την κλασική σκηνή όπου ο Λάκης λέει την κορυφαία ατάκα: «Χόρευε, σκύλα, χόρευε». Έχεις δει, παιδί, αυτήν τη σκηνής Χαράχτηκε. Εσύ ψάχνεις τον Λάκη, ο φίλος σου ο Τάσος, επίσης – και άσε τις άλλες, τις μαλακισμένες, να ψάχνουν τον Τζέιμς Ντιν, να πάει να τους σκοτωθεί στα είκοσι τέσσερα. Όλο αυτό, λέγεται μεταφορά.
– Το αντικείμενο του πόθου, μη μπορώντας να ανακαλύψει τις δικές του ανεπάρκειες, σου επισημαίνει διαρκώς τις δικές σου. (Ριχάρδος ο Γ). Ερμηνεία: Αυτό είναι εφηρμοσμένη φιλοσοφία. Ήξερε τι έλεγε ο Ριχάρδος, διότι από ανεπάρκειες άλλο τίποτα. Κουτσός ήταν, δύσμορφος ήταν, καμπούρης ήταν, πρόωρος, δηλαδή μισoριξιά ήταν, δεν έβλεπε από το ένα, πάλι άνθρωπος ήταν, και είχε και χρόνια ψωρίαση. Δηλαδή, αν είσαι νόστιμη, αλλά ο έρωτας σε στράβωσε και βρήκες έναν γκόμενο σαν τον Ριχάρδο τον Γ’, να είσαι προετοιμασμένη. Κάποια στιγμή θα σου την πει. Κάτι θα βρει. Την ψαλίδα σου. Ή την παρωνυχίδα σου. (Δυο κουσούρια που, μεταξύ μας, μπορεί να αποδειχτούν κόλαφος για μια σχέση.)
– Αυτό που κρατάει μαζί τους ανθρώπους είναι η ματαιότητα της κάθε άλυτης διαμάχης που υπάρχει ανάμεσά τους. (Σιμόν ντε Μποβουάρ). Σημειώνω: Η οποία, ασβό τον ανέβαζε ασβό τον κατέβαζε τον Ζαν Πολ. Και ποιος δεν θα κρατούσε μια σχέση εξήντα χρόνια, μόνο και μόνο για τη χαρά να βρίζει τον άλλον ασβό;
-Όταν συμπεριφέρεσαι με χαμηλό τρόπο, όντας ερωτευμένος, στην ουσία λες: «Θέλω να θυμηθώ ποιος ήμουν, προτού ο έρωτας με εξυψώσει». (Σωκράτης, έξω από μια παλαίστρα.) Ερμηνεία: Όταν είσαι ερωτευμένος κάνεις κυρίως πράγματα υψιπετή. (Ξεμαλλιάσματα, μάγια, τρεις τρίχες από τις μασχάλες του και ένας σαββατογεννημένος κόκορας, ντετέκτιβ, παρακολουθήσεις, κοριούς στα τηλέφωνα, πράγματα ανώτερα από τα γεννοφάσκια τους. Προτού ο έρωτας σε εξυψώσει, ήσουν ένας απολύτως θλιβερός, αναξιοπρεπής άνθρωπος, που τα Σαββατόβραδα την έβγαζε με σουβλάκια και βιντεοκασέτα και είχε την ησυχία του.
Απόσπασμα από το κείμενο «Χόρευε σκύλα χόρευε», που περιλαμβάνεται στο βιβλίο της Μαλβίνας Κάραλη, Σαββατογεννημένη, εκδ. Lifo Books.