Επί προσωπικού...
Όταν ήμουν 6 χρονών και έπαιζα οι γονείς μου, μού είπαν πως πρέπει να πάω στο σχολείο με τα άλλα καλά παιδάκια, πως εκτός από υποχρεωτικό, είναι και σημαντικό.
Οκκκκκκκέυυυυυυυυ γιατί όχι… οι καλοί γονείς δεν στέλνουν τα παιδιά τους σε κολαστήρια.
Ως εκ τούτου με στείλανε στο σχολείο, όπου δεν καταλάβαινα τίποτα, δεν καταλάβαινα λέξη.
Μετά από δυο βδομάδες αρρώστησα και επέστρεψα στα παιχνίδια μου και στα «ιδιαίτερα μαθήματα» της Χρυσάνθης. Εκεί τα καταλάβαινα όλα.
Μετά από 7 μέρες ξαναπήγα στο σχολείο όπου δεν καταλάβαινα τίποτα, δεν καταλάβαινα λέξη.
Γενικά, σε όποια τάξη κι αν πήγα, έβερ, δεν κατάλαβα ποτέ λέξη. Ήταν παθολογικό.
Στο γυμνάσιο τα ίδια. Δεν καταλάβαινα τίποτα.
Ερμηνεία εκ των υστέρων: Το παιδί θέλει την ζωή άμεσα, όχι με «σχολικές» παρακάμψεις. Ήθελε στο βουνό, ήθελε στα άλογα.
Μετά με έστειλαν στην βιβλιοθήκη. Εκεί κάποιος μου είπε, «μην ανησυχείς, η πράξη θα δείξει».
Ούτε την θεωρία έμαθα, ούτε την πράξη. Όμως εκεί βρήκα τουλάχιστον κάποιες «πνευματικές αξίες».
Στην τελευταία τάξη του Goethe Gymnasium, το παιδί έφυγε από το σχολείο και από τους γονείς του και πήγε στο Black Forest, με «δανεικά» από του μπαμπά το πορτοφόλι.
Εκεί ήταν φθινοπωρινό δάσος, εκεί ήταν υγρά βρύα, εκεί ήταν το πλατσούρισμα του ρυακιού τη νύχτα, εκεί ήταν ομίχλη
Το παιδί δεν αποθύμησε την δουλειά και την εξέλιξή του ούτε μια στιγμή και ο μπαμπάς του, τού είπε πως δεν ξέρει πού πάει, αλλά μεγαλώνει και αυτό πλέον δεν τον αφορά…
Που πάω; Πάω στην ομίχλη.
Οι άλλοι που πάνε δηλαδή…